Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει όρια στην υποχρεωτική ενσωμάτωση δακτυλικών αποτυπωμάτων στα δελτία ταυτότητας: Η απόφαση του ΔΕΕ και οι επιπτώσεις
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε μια σημαντική απόφαση που έχει ευρύτατες επιπτώσεις στον τομέα της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Μετά τη δημοσίευση της απόφασης στις 21 Μαρτίου 2024, η συζήτηση γύρω από το θέμα της υποχρεωτικής ενσωμάτωσης δακτυλικών αποτυπωμάτων στα δελτία ταυτότητας έχει αναζωπυρωθεί.
Η απόφαση του ΔΕΕ αφορά έναν γερμανό πολίτη που προσέβαλε την απόφαση του Δήμου Wiesbaden για την άρνηση χορήγησης δελτίου ταυτότητας χωρίς την ενσωμάτωση των δακτυλικών του αποτυπωμάτων. Η υπόθεση έφτασε στο Δικαστήριο προκειμένου να ελεγχθεί το κύρος του ενωσιακού κανονισμού που προβλέπει αυτήν την υποχρέωση.
Η απόφαση του ΔΕΕ επιβεβαίωσε ότι η υποχρέωση ενσωμάτωσης δύο δακτυλικών αποτυπωμάτων στα δελτία ταυτότητας αντίκειται στα θεμελιώδη δικαιώματα στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Παρόλα αυτά, η απόφαση διατηρεί τα αποτελέσματά της έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026, προκειμένου ο Ευρωπαίος νομοθέτης να εκδώσει νέο κανονισμό στηριζόμενος στην ορθή νομική βάση.
Η απόφαση αυτή του ΔΕΕ είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί επιβεβαιώνει την ανάγκη για ισορροπία μεταξύ της προστασίας της ιδιωτικής ζωής και της ανάγκης για ασφάλεια και προστασία από εγκληματικές δραστηριότητες. Πράγματι, η ενσωμάτωση δύο δακτυλικών αποτυπωμάτων στα δελτία ταυτότητας μπορεί να συνεισφέρει στην προστασία της ιδιωτικής ζωής των ατόμων ενώ ταυτόχρονα διευκολύνει την καταπολέμηση εγκληματικών δραστηριοτήτων.
Παρά ταύτα, η απόφαση του ΔΕΕ υπογραμμίζει επίσης τη σημασία της ορθής νομικής βάσης για την έκδοση ενωσιακών κανονισμών. Η αναγνώριση της ειδικότερης διάταξης του άρθρου 77, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ ως ορθής νομικής βάσης για τον κανονισμό επισημαίνει τη σημασία της διασφάλισης του σωστού νομικού πλαισίου για τη λήψη τέτοιων αποφάσεων.
Το ΔΕΕ, μέσω της απόφασής του, δείχνει ευαισθησία στην ισορροπία μεταξύ ατομικών δικαιωμάτων και κοινωνικών αναγκών για ασφάλεια, δημιουργώντας ένα πλαίσιο για την περαιτέρω ανάπτυξη νομοθεσίας που θα προστατεύει τα δικαιώματα των πολιτών ενώ ταυτόχρονα θα διασφαλίζει την ασφάλειά τους.
Συνοψίζοντας, η απόφαση του ΔΕΕ αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την εξασφάλιση μιας ισορροπημένης νομοθετικής προσέγγισης που λαμβάνει υπόψη τόσο τα ατομικά δικαιώματα όσο και τις ανάγκες για ασφάλεια και προστασία από εγκληματικές δραστηριότητες. Ενώ διασφαλίζει τα δικαιώματα των πολιτών, παράλληλα επιτρέπει τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων για τη διασφάλιση της ασφάλειάς τους.
Πληροφοριες από την ιστοσελίδα CURIA